Σε τοποθέτησή του σε τηλεοπτική εκπομπή του Action 24, ο πλοιοκτήτης Χάρης Βαφειάς σχολίασε την περιορισμένη παρουσία Ελλήνων ναυτικών στα πλοία, τονίζοντας την απόσταση που χωρίζει τη σύγχρονη εικόνα της ναυτιλίας από τα στερεότυπα του παρελθόντος.
«Δεν υπάρχουν ελληνικά πληρώματα. Ο κόσμος δεν πάει στη θάλασσα παρότι το διαφημίζουμε. Αυτοί οι μισθοί δεν υπάρχουν πουθενά στην ξηρά και θυμίζω ότι ο φόρος είναι για τον εργοδότη, αλλά δεν πάνε. Όταν ο μέσος μισθός στην Ελλάδα είναι 1.500€ και εσύ δίνεις σε έναν καπετάνιο 14.000€ καθαρά τον μήνα, πες μου εσύ έναν λόγο για να μην πας να το κάνεις».
«Έχουν μείνει με την παλιά αντίληψη ότι τα πλοία είναι σαπιοκάραβα και ότι εξαφανίζονται από την οικογένειά τους για έξι μήνες. Δεν ισχύει αυτό. Είναι όλα καινούργια, έχουν τα πλοία τα τελευταία συστήματα επικοινωνίας. Είσαι σε λιμάνι κάθε μια εβδομάδα, έξι μήνες κάθεσαι και έξι μήνες δουλεύεις. Ο Έλληνας δεν θέλει να χαλάσει τη ζαχαρένια του, θέλει να είναι στο σπίτι του και να παίρνει τα 1.500 ευρώ. Να πίνει τον καφέ του κάθε απόγευμα, να του μαγειρεύει η μάνα του. Οκ, εγώ δεν έχω θέμα, αλλά μετά μην λέτε, γιατί δεν έχουμε Έλληνες ναυτικούς. Αφού δεν πάνε! Κάθε πλοίο θέλει 25 άτομα πλήρωμα και έχουμε σαν χώρα πεντέμισι χιλιάδες πλοία στόλο, σκέψου ότι έτσι θα μηδενιζόταν η ανεργία εντελώς».
Σε άλλο σημείο αναφέρθηκε στη σχέση με τον πατέρα του και στα πρώτα του βήματα στη ναυτιλία: «Με τον πατέρα μου είχαμε αντίθετους χαρακτήρες, ήξερα ότι αν δουλεύαμε μαζί θα υπήρχαν τριβές».
«Είχα μεγάλο πρόβλημα με τους ανταγωνιστές μου. Θέλανε να με βγάλουν από τη μέση, όχι να με σκοτώσουν, αλλά επαγγελματικά να με βγάλουν εκτός. Δεν τους άρεσε που ένα παιδάκι είχε μπει στα λημέρια τους. Στην αρχή δεν καταλάβαινα τι πρόβλημα υπάρχει. Τόσες εταιρίες, εγώ τους πείραξα; Καταλάβαινα ότι άλλοι ζηλεύανε, άλλοι δεν θέλανε όντως και με θεωρούσαν εύκολο στόχο επειδή ήμουν μικρός».
«Αυτό τελικά με σκληραγώγησε και με έμαθε να μη μασάω και να μη φοβάμαι. Σήμερα έφτασα να είμαι μεγαλύτερος σε μέγεθος από πολλούς. Οι ίδιοι που θέλανε να με λιώσουν, τώρα μου δίνουν και το χέρι και μου λένε και μπράβο. Έτσι είναι η ζωή, ήταν ένα καλό μάθημα επιβίωσης στα 22 μου».